20090418

. . .

Εγώ να σε γνωρίσω ήθελα. Να ταξιδέψω μαζί σου μέχρι τη γωνιά του δρόμου ή μέχρι την άκρη του κόσμου. Να μοιραστώ μαζί σου όλα όσα δεν καταλαβαίνω, να χαθούμε ένα ανοιξιάτικο μεσημέρι στο πλήθος και κανείς να μην ξανακούσει για εμάς. Να είμαι δίπλα σου, να μου λες ότι δεν πειράζει που περνούν οι μέρες της χαράς γιατί ξέρεις ότι μπορούμε να φτιάξουμε εύκολα κι άλλες.
.
.
.
.
.
.
Δεν θέλω γιορτές και φασαρία και πλήθη. Θέλω ένα κομμάτι ουρανό γαλάζιο να πονέσουν τα μάτια μου από την ομορφιά. Ένα βράχο να κοιτώ τη θάλασσα από ψηλά και τα πλοία να περνούν και να σκέφτομαι ταξίδια. Θέλω όλα να αποκτήσουν σημασία άλλη από αυτή που τους δόθηκε, θέλω χαμόγελα και ανθρώπους ψηλούς μέσα στον ύπνο τους, δέντρα πράσινα και κόκκινα και μωβ και φύλλα κάτω από τα πόδια μου. Ένα τσιγάρο και τη φωτιά σου, ένα δρόμο να με βγάζει σε σένα, μια κουβέρτα να με σκεπάζει όταν δεν είσαι εδώ και ένα χρησμό να ερμηνεύσω αυτά που έζησα.
.
.
.
.
.
.
Όπως το φανελάκι πάνω μας το καλοκαίρι. Κολλάει το μυαλό μου σε σένα. Όπως τα πεθαμένα κοχύλια στην άμμο και όπως τα παλιά τραγούδια. Όλα τώρα έχουν άλλο νόημα. Όπως οι όμορφες ζωές που μόνο οι απελπισμένοι ή οι ερωτευμένοι μπορούν να ζήσουν. Έτσι κι η δική μας.